Το αγαπημένο πολλών -ιδίως το καλοκαίρι- Gin, εμφανίστηκε στη δυτική Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Ολλανδία την εποχή του Μεσαίωνα ως γιατροσόφι - φάρμακο, κατόπιν έγινε εθνικό ποτό των Βρετανών και σήμερα είναι από τα πιο δημοφιλή οινοπνευματώδη ποτά στον κόσμο. Αν όχι «βασιλιάς» (προηγείται βότκα, τεκίλα και φυσικά το ρούμι) σίγουρα «πρωταγωνιστής» στην παρασκευή των πιο διάσημων Cocktails.
Ιουνίπερος
-ευρωπαϊκός κέδρος-
Αιώνες πριν, Ιταλοί μοναχοί αρωμάτιζαν με τους μικρούς σκληρούς καρπούς του διάφορα αποστάγματα και τα χρησιμοποιούσαν ως φάρμακα κατά της πανώλης.
Κάπου στα τέλη του 16ου αιώνα, ο Ολλανδός γιατρός Franciscus Sylvius, ο οποίος θεωρείται ο πατέρας του Gin, παρασκεύασε ένα αρωματισμένο με ευρωπαϊκό κέδρο ποτό, το Genever, το οποίο πωλούνταν στα φαρμακεία και... «θεράπευε» από το λουμπάγκο μέχρι ημικρανίες και πόνους στα νεφρά.
Τον επόμενο αιώνα, κατά διάρκεια του 30ετούς πολέμου, τα αγγλικά στρατεύματα ανακάλυψαν το αρωματικό "ελιξίριο" που τους έδιναν οι Ολλανδοί συμπολεμιστές τους πριν από τις μάχες, για να πάρουν δυνάμεις.
Όταν γύρισαν πίσω στην πατρίδα, έφεραν μαζί τους το Dutch courage -ολλανδικό θάρρος- όπως το είχαν ονομάσει. Κάπως έτσι, η Μεγάλη Βρετανία καλωσόρισε ένα ποτό που μετονομάστηκε σε Gin -από Genever-.
Το 18ο αιώνα, η βρετανική κυβέρνηση επέβαλε βαριά φορολογία σε εισαγόμενα οινοπνευματώδη, παράλληλα επέτρεψε την χωρίς ειδική άδεια απόσταξη και voila..! Φθηνό αλλά πολύ κακής ποιότητας αλκοόλ άρχισε να ρέει άφθονο στο εξαθλιωμένο Λονδίνο, όπου οι κάτοικοι ζώντας σε συνθήκες ανύπαρκτης υγιεινής, προτιμούσαν να πίνουν Gin παρά μολυσμένο νερό.
Στην πλέον ανεξέλεγκτη αυτή κατάσταση, περισσότερα από 15.000 καταστήματα πωλούσαν αλκοόλ στην καρδιά της βρετανικής πρωτεύουσας. Έτσι, οι ιθύνοντες αποφάσισαν να θεσπίσουν νέους, αυστηρότερους νόμους σχετικά με την παραγωγή αλκοόλ. Άρχισαν να δημιουργούνται αποστακτήρια, να εμφανίζονται οι πρώτοι άμβυκες και λίγα χρόνια αργότερα υπήρχε πλέον το αξιοπρεπές και αποδεκτό από όλα τα κοινωνικά στρώματα London Dry Gin.
Κατηγορίες:
Οινοπνευματώδη με άρωμα κωνοφόρου
Πρόκειται για την πρωιμότερη επεξεργασία Gin, η οποία παρασκευάζεται με απόσταξη ενός αρχικού μείγματος βάσης και επαναπόσταξής του με την πρόσμειξη κωνοφόρων, ώστε να εκλυθεί το άρωμά τους. Λόγω της μεθόδου απόσταξης σε καζάνι ο οινοπνευματικός βαθμός είναι σχετικά χαμηλός -περίπου 68%- και αποθηκεύεται συχνά σε ξύλινα βαρέλια ώστε να ωριμάσουν τα αρώματα του. Το λεγόμενο ολλανδικό (Genever) είναι το πιο γνωστό προϊόν αυτής της κατηγορίας.
Αποσταγμένο Gin
Το αποσταγμένο, παρασκευάζεται αποκλειστικά με επαναπόσταξη αιθυλικής αλκοόλης, η οποία παράγεται από φυτικά προϊόντα και έχει υψηλό οινοπνευματικό βαθμό -τουλάχιστον 96%-· στο μείγμα προστίθενται καρποί αρκεύθου και άλλων βοτάνων, με την προϋπόθεση ότι η άρκευθος επικρατεί των άλλων αρωμάτων. Το προϊόν απλής προσθήκης αιθέριου ελαίου ή αρωμάτων σε αλκοολική βάση δεν θεωρείται αποσταγμένο Gin.
Λονδρέζικο Gin
Ο τύπος αυτός παρασκευάζεται αποκλειστικά από αιθυλική αλκοόλης φυτικής προέλευσης, το ποσοστό μεθανόλης της οποίας δεν πρέπει να ξεπερνά τα 5 γρ. ανά εκατόλιτρο καθαρού οινοπνεύματος -οινοπνευματικός βαθμός 100%-. Το άρωμά του εξάγεται με την επαναπόσταξη της αιθυλικής αλκοόλης, στην οποία προστίθενται βότανα και καρποί κωνοφόρων, το τελικό προϊόν της οποίας θα πρέπει να έχει οινοπνευματικό βαθμό σε ποσοστό τουλάχιστον 70%. Το λονδρέζικο, δεν πρέπει επίσης να περιέχει γλυκαντικούς παράγοντες άνω του 0,1 γρ. ανά λίτρο, χρωστικές ή άλλα συστατικά εκτός από νερό. Συχνά επονομάζεται και ξηρό.
Gin
Το σκέτο Gin παράγεται με τον τεχνητό αρωματισμό καθαρού οινοπνεύματος, χωρίς τη διεργασία επαναπόσταξης, χρησιμοποιώντας αιθέρια έλαια ή άλλες αρωματικές ύλες. Θεωρείται η χαμηλότερη ποιότητα και ο ελάχιστος οινοπνευματικός βαθμός για το εμφιαλωμένο, είναι 37,5% στην Ευρώπη και 40% στην Αμερική.
Άλλοι τύποι ορίζονται από τη γεωγραφική τους καταγωγή η οποία ενέχει και νομικό έρεισμα, όπως το Gin Plymouth, η Μποροβίτσκα Σλοβακίας, το Μπρίνιεβεκ Σλοβενίας κ.α.
Τέλος, άλλοι περιγράφονται κατά ορισμένα πολιτισμικά πρότυπα, χωρίς ωστόσο να έχουν νομική υπόσταση (π.χ. sloe gin, Wacholder, Old Tom Gin). Πρόκειται στην ουσία για τοπικά προϊόντα, τα οποία συχνά παρασκευάζονται κατ' οίκον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου